Ώρες ώρες, μ’ αυτά που θωρώ να γίνονται τριγύρω μας και αναμεταξύ μας, οι χίλιοι διαόλοι με ζώνουνε.
Όχι τόσο γι’ αυτούς που αποπατούνε απάνω στη ζωή μας και στη ζωή των κοπελιών και των εγγονιών μας, όσο για εμάς, τους δήθεν περήφανους, που τάχα μου δήθεν δεν σηκώνουμε μύγα στο σπαθί μας (μη χέσω), που δεχόμαστε αραχτοί και λάιτ τα αποπατήματα τους, και μήτε που ξεσέρνομε μια ολιά για να μη πέφτουνε κατευτείαν στην κεφαλή μας.
Φαίνεται πως εντακάραμε να συνηθίζουμε τη βρώμα και μια χαρά μυρωδιά την αιστανόμαστε να μας λούζει.
Κι όπως πορευόμαστε, δεν θ’ αργήσει η ώρα, που αυτή η βρώμα θα μας έχει γίνει απαραίτητη, θα είμαστε εθισμένοι και εξαρτώμενοι από δαύτην και θα τρέχουμε να την ανακαλύψουμε και στου βουγιού το κέρατο, για να πάρουμε τις τζούρες μας και να την καταβρούμε.
Σαν την αλεπού του μύθου έχουμε καταντήσει.
Που πέθαινε από την πείνα, μα πράμα δεν έκανε εξόν είχε πάρει από πίσω έναν τράγο κι εθώριε τα καμπανέλια του που κουνιούντανε πέρα δώθε.
Εθώριε τα, ετρέχανε τα σάλια της και μονολογούσε κι έλεγε «όπου να ΄ναι θα πέσουνε να τα φάω».
Μα, εψόφησε η αλεπού από την πείνα, και τα καμπανέλια του τράγου ακόμη κουνιούνται πέρα δώθε.
Του λόγου μας, δεν εψοφήσαμε ακόμη, αλλά ετσά που πάμε, κοντεύουμε .
Πάντως,αν προσέξουμε λίγο προσεχτικά τα καμπανέλια του τράγου, θα δούμε πως εκειά είναι γραμμένο τ’ όνομα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου